31 Μαΐ 2013

Αργυροπελεκάνοι στο δέλτα Καλαμά



Το προσωπικό φύλαξης του Φορέα Διαχείρισης κατά την καταγραφή πουλιών συνάντησε Αργυροπελεκάνους (Pelecanus crispus) στην προστατευόμενη περιοχή" Βατάτσα " του δέλτα Καλαμά.
Ο Αργυροπελεκάνος  είναι το δεύτερο σε μέγεθος είδος πουλιού στον κόσμο, με ύψος που φτάνει το 1,20 μ., άνοιγμα φτερών έως 3,20 μ. και βάρος από 6 έως 10 κιλά. Το χρώμα του φτερώματός του είναι σταχτί, το ράμφος του φέρει διαστελλόμενο σάκο κίτρινου χρώματος στο κάτω μέρος, και τα δάχτυλά του είναι συνενωμένα μεταξύ τους με μεμβράνη.
Θεωρείται ένα από τα σπανιότερα είδη πουλιών και προστατεύεται από διεθνείς συνθήκες και από την ελληνική νομοθεσία, η οποία απαγορεύει το κυνήγι του και την ενόχλησή του στους τόπους αναπαραγωγής του. Περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409 (περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών) της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Οι πρώτοι αργυροπελεκάνοι εμφανίστηκαν στη Γη πριν από 30.000.000 χρόνια, όπως έχουν εξακριβώσει οι επιστήμονες από απολιθώματα. Ο αργυροπελεκάνος αποτελεί υπόλειμμα πανίδας που ονομάζεται Σαρματική, και απλωνόταν πριν από 1.000.000 χρόνια σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σιγά-σιγά όμως, οι παγετώνες εκτόπισαν τον αργυροπελεκάνο στα νοτιοανατολικά. Ευρύτατα εξαπλωμένος στην Ευρώπη και την Ασία μέχρι και τον 19ο αιώνα, ο πληθυσμός των αργυροπελεκάνων περιορίστηκε σε ορισμένους υγρότοπους των Βαλκανίων. Έχει συνολικό πληθυσμό από 10.400-13.900, σε 19 αποικίες από την Ελλάδα μέχρι την Κίνα. Στην Ελλάδα, αργυροπελεκάνοι φωλιάζουν στη Μικρή Πρέσπα, στον Αμβρακικό κόλπο και στη λίμνη Κερκίνη.
Ο αργυροπελεκάνος είναι πουλί που τρέφεται με ψάρια, αλλά δεν ανταγωνίζεται τους ψαράδες γιατί η τροφή του αποτελείται κυρίως από ψάρια που αφθονούν και έχουν μικρή εμπορική αξία και από άρρωστα ή και νεκρά ψάρια που τα πιάνει πολύ εύκολα. Συνήθως ψαρεύει στις λιμνοθάλασσες, αλλά και στις εκβολές, στα ποτάμια, στα έλη με καλαμώνες, στις τεχνητές λίμνες και στη θάλασσα. Οι ημερήσιες απαιτήσεις του για τροφή είναι 900-1200 γρ.
Χτίζει τη φωλιά του με χόρτα και κλαδιά σε απομονωμένες νησίδες και σε δύσβατους καλαμιώνες. Εκεί, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής (Ιανουάριος-Ιούλιος), γεννά συνήθως δύο αβγά, τα οποία επωάζει για 30 μέρες, καλύπτοντάς τα με τη μεμβράνη των ποδιών του. Οι νεοσσοί τρέφονται και από τους δύο γονείς, παίρνοντας μισοχωνεμένη τροφή από το σάκο τους.
Επειδή η επώαση γίνεται με το πέλμα των ποδιών τους, με την παραμικρή ενόχληση από τον άνθρωπο, προσπαθώντας να πετάξουν μακριά, οι αργυροπελεκάνοι συνθλίβουν τα αυγά τους (αρκετοί αργυροπελεκάνοι δεν επιστρέφουν καν στη φωλιά τους). Ο κίνδυνος παραμένει ο ίδιος ακόμα και αν έχουν ήδη εκκολαφθεί οι νεοσσοί, οι οποίοι, έως και την ηλικία των δυόμισι μηνών, εξαρτώνται απόλυτα από τους γονείς τους.

ΦΛΑΜΙΝΓΚΟΣ ΣΤΟ ΒΑΛΤΟ ΣΑΓΙΑΔΑΣ



Το προσωπικό φύλαξης του Φορέα Διαχείρισης κατά την καταγραφή πουλιών συνάντησε στο βάλτο Σαγιάδας ενήλικα και νεαρά φοινικόπτερα (Φλαμίνγκος-Phoenicopterus ruber). 
Τα φλαμίνγκος είναι πολύ εντυπωσιακά, ντελικάτα πουλιά. Η ψηλή και λεπτοκαμωμένη κορμοστασιά του, με τον μακρύ λαιμό σε σχήμα σίγμα και τα πανύψηλα ροδόχρωμα πόδια, κάνει την αναγνώριση του πολύ εύκολη. Το φτέρωμα στα ώριμα πουλιά είναι άσπρο με μια ρόδινη απόχρωση. Τα ανήλικα πουλιά είναι επίσης άσπρα, αλλά έχουν λίγο μαύρο χρώμα στις φτερούγες τους. Καθώς πετάνε τα ώριμα πουλιά, μοιάζουν με μεγάλο, λευκορόδινο κινούμενο σύννεφο στο γαλάζιο ουρανό. 
Τα φλαμίνγκος είναι πολύ κοινωνικά πουλιά που ζουν σε αποικίες που μπορούν να ανέρχονται σε χιλιάδες. Αυτές οι μεγάλες αποικίες πιστεύεται ότι εξυπηρετούν τρεις βασικούς σκοπούς: την αποφυγή της θήρευσης,  τη μεγιστοποίηση της πρόσληψης τροφής και την αξιοποίηση των ανεπαρκών και λιγοστών θέσεων στις οποίες μπορούν να φωλιάσουν.  Η πιο σταθερή ωστόσο κοινωνική μονάδα των φλαμίνγκο είναι τα ζεύγη που αναπτύσσονται ανάμεσα σε ένα αρσενικό και ένα θηλυκό φλαμίνγκο. Στα ζεύγη αυτά τόσο το θηλυκό όσο και το αρσενικό συμβάλλουν στο κτίσιμο της φωλιάς για το αυγό τους όσο και στην υπεράσπισή του. Το θηλυκό είναι εκείνο που επιλέγει τη θέση για το κτίσιμο της φωλιάς στο λασπότοπο και κατά τη διάρκεια της οικοδόμησης της φωλιάς λαμβάνει χώρα κι η συνουσία ανάμεσα σε αυτά. Μέτα από την εκκόλαψη των νεογνών η μόνη γονεϊκή ευθύνη είναι η σίτιση. Τα φλαμίνγκος λοιπόν παράγουν γάλα, όπως ακριβώς και τα περιστέρια, που οφείλεται στη δράση μιας ορμόνης που ονομάζεται προλακτίνη. Και οι δύο οι γονείς προσέχουν το νεογνό που θρέφεται με το γάλα αυτό που είναι πλούσιο σε λίπος, πρωτεΐνες καθώς επίσης και σε ερυθρά αλλά και σε λευκά αιμοσφαίρια. Μετά από 7-12 μέρες οι νεοσσοί αρχίζουν να εξερευνούν τον περίγυρό τους κι έτσι σχηματίζονται σταδιακά ομάδες νεοσσών στις οποίες οι γονείς αφήνουν τα μικρά τους. Οι νεοσσοί που δεν ενσωματώνονται στις ομάδες αυτές διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο από θηρευτές.
Τα φλαμινγκός τρέφονται με μικροσκοπικές γαρίδες και πράσινα φύκη. Συγκεκριμένα, στον τόπο μας τρέφονται με ένας είδος μικροσκοπικής γαρίδας, την Αρτέμια. Το παράδοξο σχήμα στο ράμφος τους αποτελεί μια ειδική προσαρμογή που τα βοηθά στο να φιλτράρουν και να διαχωρίσουν τη λάσπη από τις γαρίδες και τα φύκη με τα οποία τρέφονται.  Το ροζ ή κοκκινωπό χρώμα των φλαμίνγκο προέρχεται από τις καροτενοειδείς πρωτεΐνες τις οποίες λαμβάνουν μέσω της τροφής τους.





ΖΕΥΓΑΡΙ ΚΥΚΝΩΝ ΣΤΟ ΕΛΟΣ ΚΑΛΟΔΙΚΙΟΥ




Το προσωπικό φύλαξης του Φορέα Διαχείρισης κατά την καταγραφή πουλιών συνάντησε στο έλος Καλοδικίου ένα ζευγάρι βουβόκυκνων( Cygnus olor) να φωλιάζει στις όχθες τις λίμνης.
Οι κύκνοι είναι μεγαλόσωμα υδρόβια πτηνά τής οικογένειας των Νησσιδών, στην οποία περιλαμβάνονται οι χήνες και οι πάπιες. Οι περισσότεροι κύκνοι κατατάσσονται στο γένος Κύκνος (Cygnus). Κατατάσσονται μαζί με το συγγενές είδος των χηνών στην υποοικογένεια των Anserinae και σχηματίζουν το φύλο Cygnini, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρούνται μέλη της ξεχωριστής υποοικογένειας Cygninae.
Έχουν μακρύ λαιμό, αναλογικά βαρύ σώμα, μεγάλα πόδια, ενώ πετούν με αργά χτυπήματα τών φτερών και τον λαιμό εκτεταμένο. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι το μήκος τού λαιμού τους, ο οποίος φέρει 23-25 σπονδύλους, αντί των 18-19 που φέρουν τα υπόλοιπα Χηνόμορφα. Τα είδη που ζουν στο Βόρειο Ημισφαίριο έχουν μια πολύ επιμήκη τραχεία, η οποία συστρέφεται στο στέρνο, διάταξη που απαντάται και στα Γερανόμορφα.
Μεταναστεύουν πετώντας σε διαγώνιο σχηματισμό ή σε σχηματισμό V, πετώντας σε μεγάλο ύψος. Κανένα άλλο υδρόβιο πουλί δεν φτάνει την ταχύτητα με την οποία κινείται είτε στο νερό είτε στον αέρα. Τρέφονται με υδρόβια φυτά τσαλαβουτώντας επιφενειακά στα ρηχά νερά, και όχι με κατάδυση. Είτε κολυμπούν είτε στέκονται, τα είδη Cygnus olor και Cygnus atratus συχνά διπλώνουν το ένα πόδι πίσω στην πλάτη. Το αρσενικό και το θηλυκό έχουν παρόμοια εμφάνιση.
Αντίθετα με ό,τι πιστεύεται, οι κύκνοι παράγουν μια ποικιλία φωνών. Είναι κοινωνικοί, εκτός από την περίοδο τής αναπαραγωγής. Τότε κάθε ζευγάρι απομονώνεται στην εδαφική του περιοχή, την οποία υπερασπίζεται σθεναρά εναντίον των καταπατητών. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαθέσιμη εδαφική ζώνη είναι περιορισμένη, τα πουλιά φωλιάζουν σε αποικίες. Η φωλιά, η οποία χτίζεται συνήθως στις όχθες και μερικές φορές επιπλέει, αποτελείται από έναν σωρό υδρόβιων φυτών, τα οποία συλλέγουν τόσο το αρσενικό όσο και το θηλυκό. Τρέφονται με σπόρους και ρίζες φυτών, σκουλήκια και όστρακα.
Οι κύκνοι ζευγαρώνουν με έναν σύντροφο ισόβια. Η ερωτική συμπεριφορά τους περιλαμβάνει αμοιβαίο βύθισμα του ράμφους ή στάσεις με τα κεφάλια τους ενωμένα. Το θηλυκό επωάζει κατά μέσον όρο 6 αβγά, ανοιχτόχρωμα και χωρίς κηλίδες, ενώ το αρσενικό είναι άγρυπνος φύλακας, ενώ σε μερικά είδη το αρσενικό συμμετέχει και στην επώαση. Σε περίπτωση επίθεσης, αφού απωθήσουν τον εχθρό, οι κύκνοι παράγουν μια θριαμβευτική κραυγή, όπως και οι χήνες.
Τα μικρά γεννιούνται με κοντό λαιμό και χνουδωτά, αν και είναι ικανά να πετούν και να κολυμπούν μόλις μερικές ώρες αφού εκκολαφθούν. Οι γονείς τα φροντίζουν προσεκτικά για πολλούς μήνες, ενώ σε ορισμένα είδη η μητέρα τα μεταφέρει στην πλάτη της. Τα νεαρά, ανώριμα άτομα φέρουν γκρι ή καφέ στικτό φτέρωμα για 2 ή και περισσότερα χρόνια. Οι κύκνοι ενηλικιώνονται κατά το 3ο ή 4ο έτος και ζουν πιθανόν 20 χρόνια σε φυσική κατάσταση και μέχρι 50 χρόνια σε κατάσταση αιχμαλωσίας.
Στην Ελλάδα ζουν τρία είδη κύκνων: ο βουβόκυκνος ,ο αγριόκυκνος και ο νανόκυκνος.
Βουβόκυκνος(Cygnus olor)


ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΔΡΕΠΑΝΟΥ

   








17 Μαΐ 2013

Αγριόγατα στο βάλτο Καλαμά





        Το προσωπικό φύλαξης του Φορέα Διαχείρισης κατά την καταγραφή ειδών πανίδας συνάντησαν στο Βάλτο Καλαμά την ευρωπαϊκή αγριόγατα (felis silvestris).
      Το είδος αυτό προστατεύεται από την οδηγία 92/43/ΕΟΚ (ως είδος κοινοτικού ενδιαφέροντος  που απαιτούν αυστηρή προστασία), από το CITE (ως είδος που υπόκειται σε διάφορες ρυθμίσεις) και από το Κόκκινο Βιβλίο (ως ενδημικό υποείδος του Ελληνικού χωρού).
       Η αγριόγατα είναι στενή συγγενής της κοινής γάτας, παρ’όλα  αυτά είναι πολύ πιο άγρια και πολύ δύσκολα εξημερώνεται. Οι αρσενικές αγριόγατες έχουν συνολικό μήκος  83 έως 97cm και βάρος 3,0-6,5 kg, ενώ οι θηλυκές έχουν συνολικό μήκος 73 έως 94 cm και βάρος 2,3-4,9kg, η ουρά είναι φαρδιά και σχετικά κοντή και με χαρακτηριστικούς μαύρους δακτυλίους, τα μάτια απέχουν σχετικά πολύ μεταξύ τους. Στη γούνα ανάμεσα από τους μηρούς υπάρχει ένα μικρό μαύρο σημείο και το κάτω μέρος είναι κοκκινωπό και  στην πλάτη της έχει μία χαρακτηριστική συνεχή μαύρη γραμμή.
        Η Αγριόγατα ζει μόνο σε ήσυχα χωρίς όχληση δάση, εκεί μπορεί να κυνηγήσει με ησυχία και να αναπαραχθεί. Η παρουσία της σε ένα βιότοπο είναι δείκτης ότι ο συγκεκριμένος  βιότοπος δεν έχει υποστεί τις αρνητικές συνέπειες του ανθρώπου είτε αυτό λέγετε μόλυνση, όχληση, υλοτόμηση ή έντονη παρουσία ανθρώπου. Η εποχή του ζευγαρώματος της αγριόγατας αρχίζει από τον Ιανουάριο έως το Μάρτιο. Η περίοδος κύησης είναι περίπου εννέα εβδομάδες, το θηλυκό γεννά σε ασφαλές και καλά κρυμμένο μέρος συνήθως δύο έως τέσσερα μικρά. Η θνησιμότητα στις νεαρές αγριόγατες είναι υψηλή, κάτω από ιδανικές συνθήκες μπορεί να ζήσει από 12 έως 15 χρόνια.
      Η αγριόγατα είναι το μόνο είδος γάτας που δεν μπορεί να εξημερωθεί, ποτέ δεν θα αφήσουν τον άνθρωπο να τις αγγίξει και πάντα κρατούν μία απόσταση ασφαλείας ή προσπαθούν να μην κάνουν την εμφάνισή τους αισθητή όσο διαρκεί η ανθρώπινη παρουσία. 
     Φωτογραφίες αγριόγατας στο φυσικό περιβάλλον είναι εξαιρετικά σπάνιες, παρ'όλα αυτά όμως οι φύλακες του Φορέα είχαν την τύχη να την συναντήσουν και να την φωτογραφίσουν.   





15 Μαΐ 2013

Θαλασσοσφυριχτής (Charadrius alexandrinus)




Το προσωπικό φύλαξης του Φορέα Διαχείρισης κατά την καταγραφή πουλιών συνάντησαν στην νέα εκβολή του ποταμού Καλαμά φωλιά με τρία αυγά από  θαλασσοσφυριχτή.  
Ο πληθυσμός του θαλασσοσφυριχτή στη χώρα μας έχει εκτιμηθεί σε 1.000-2.000 ζευγάρια. Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός του είναι σχετικά μικρός (>35.000 ζεύγη) και γνωρίζει μια μικρή αλλά συνεχή μείωση. Είναι είδος παρυδάτιου πουλιού που αναζητά τροφή στο έδαφος και τα πολύ ρηχά νερά. Το τυπικό ενδιαίτημα φωλιάσματος είναι οι αμμώδεις, λασπώδεις και χαλικώδεις ακτές, έλη και δέλτα. Η φωλιά γίνεται σε βαθούλωμα στο έδαφος κοντά σε μικρούς θάμνους. Η κίνηση τροχοφόρων, παραθεριστών και λοιπών επισκεπτών στις παράκτιες ζώνες απειλεί τις φωλιές των πουλιών στα σημεία αυτά.